Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Τετάρτη 4 Αυγούστου 2010

ΠΑΡΑΣΚΕΥΟΠΟΥΛΟΣ: Το σύστημα ποινική δικαιοσύνη - φυλακές, αφήνοντας λίγους μόνο να περνούν από τα φίλτρα των αποδείξεων ενοχής, γίνεται απρόσφορο για τον ευρύ έλεγχο.

ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ ,Τετάρτη 4 Αυγούστου 2010

Η ωμή δολοφονία του δημοσιογράφου Σωκρ. Γκιόλια προκάλεσε συναισθήματα και προβληματισμό που θα διαρκέσουν πολύ.
Οι συλλογισμοί δεν στοχεύουν μόνο στο παρελθόν (αίτια, ταυτότητα των ενόχων), αλλά και στο μέλλον: η πρόληψη της βαρβαρότητας που απειλεί να σταθεροποιηθεί αποτελεί καθολικό αίτημα. Ακούγεται εν τω μεταξύ διαρκώς η γνώμη ότι το έγκλημα και η αντεγκληματική πολιτική στην εποχή μας έχουν αλλάξει άρδην. Αρμόδιοι και μη, ακούγοντας τη γνώμη, κατανεύουν ομόθυμα. Αν κάποιοι στον περίγυρο μένουν αδιάφοροι, είναι επειδή θεωρούν ότι περιττεύει η συζήτηση των αυτονοήτων.
Και όμως: διαβάζοντας αναλύσεις για το έγκλημα και για την αντεγκληματική πολιτική, σχηματίζει κανείς την εντύπωση ότι μεγάλο μέρος της βιβλιογραφίας έχει μείνει κολλημένο στη θεματική και στα προβλήματα των τελευταίων δεκαετιών του εικοστού αιώνα. Πριν ο αναγνώστης θεωρήσει τη φράση αυτή αφοριστική ή υπεροπτική, ας προσέξει τις διαχρονικές διαφορές που αποκρυσταλλώθηκαν.
Μέχρι το πέρας του εικοστού αιώνα, ο ποινικός έλεγχος των εγκλημάτων μεθοδευόταν μέσω των θεσμών και των δομών απονομής της ποινικής δικαιοσύνης. Η ανάλογη με την ευθύνη καταστολή, η γενική πρόληψη και η ειδική πολιτική επανένταξης αλληλοσυμπληρώνονταν ως σκοπιμότητες και λειτουργίες. Ο σεβασμός των ατομικών δικαιωμάτων, που έφθανε στην αναγνώριση του δικαιώματος στη διαφορά, ενέπνεε και κινητοποιούσε τις κριτικές προσεγγίσεις, ακόμη και έργα πολιτισμού. Εγκληματολόγοι και ψυχολόγοι έπιναν νερό στ' όνομα του Μ. Φουκό: η μέσω της ποινής καταπίεση της απόκλισης, έτσι ώστε όλοι τελικά να ομαλοποιηθούν και να ενταχθούν σε μια ομογενοποιημένη και πειθήνια αγορά, αποτελούσε το πανίσχυρο κρατικό σύστημα που έπρεπε να αποδομηθεί.
Συμβολικά: ο μέσος πολίτης ήταν το ιδανικό του δικαστή, αλλά και μια πρέσα-καλούπι στη συνείδηση των φιλελεύθερων στοχαστών. Γενικά, οι ανθρωπιστές ποινικολόγοι, εγκληματολόγοι, ψυχίατροι, ψυχολόγοι, κοινωνιολόγοι είχαν διανύσει περίοδο δράσης και ακμής. Ποταμός συγγραμμάτων και άρθρων έρρευσε, με αντικείμενα που αφορούσαν τα δικαιώματα των συγκριτικά πιο αδύναμων ανθρώπινων κατηγοριών: ανηλίκων, γυναικών, ψυχασθενών, μεταναστών, μακρόχρονα φτωχών, σεξουαλικά αποκλινόντων, εξαρτημένων από ουσίες κ.λπ. Οι συγγραφείς εξηγούσαν: δεν είναι σωστό να στιγματίζεται ο εξαρτημένος, ο ομοφυλόφιλος, ο Τσιγγάνος, ή γενικά ο αλλόφυλος, σαν άτομο επικίνδυνο. Σε τελική ανάλυση, η επικινδυνότητα είναι μια κατασκευή (έτσι, εδώ, ο καθηγητής Στ. Αλεξιάδης).
Τι όμως, δήθεν ξαφνικά, συμβαίνει σήμερα; Χωρίς αμφιβολία, κάποια δεδομένα και στάσεις ανατρέπονται. Αν σ' ένα κέντρο υποδοχής «λαθρομεταναστών» κάποιοι είναι ψυχικά άρρωστοι, εξαρτημένοι, αποκλίνοντες σεξουαλικά, αν έχουν την άλφα ή τη βήτα ιδιαίτερη καταγωγή, αν είναι άντρες ή γυναίκες, παραμένει αδιάφορο. Κανείς δεν θα ενδιαφερθεί. Ο,τι δηλαδή ισχύει και για τους πληθυσμούς στα γκέτο των μεγαλουπόλεων. Ο χώρος του κοινωνικού αποκλεισμού είναι μια αποθήκη, ή ένα κοντέινερ που θα μεταφερθεί προσεχώς στο εξωτερικό. Προς το παρόν, κανείς δεν χρειάζεται να εισέλθει στο εσωτερικό του, ψάχνοντας ή επιδιώκοντας (μάταιες) συμμορφώσεις, εξομαλύνσεις κ.λπ. Η ανεργία αποτελεί ισοπεδωτικό επιχείρημα: δεν αντέχουμε, κύριοι, κι άλλους στην αγορά εργασίας.
Σας αποθηκεύουμε ή σας διώχνουμε, όχι βέβαια επειδή είμαστε απάνθρωποι (στο παρελθόν λέγαμε: δεν είμαστε ρατσιστές, αλλά...), αλλά επειδή είστε πολλοί και δεν μπορούμε να σας θρέψουμε (J.Bauman: οι «άλλοι» είναι πάντοτε πολλοί). Λυπούμεθα, δεν ενδιαφερόμαστε για την ένταξη ή επανένταξή σας.
Ανάλογη εξέλιξη αναγνωρίζεται στο οργανωμένο έγκλημα. Εύκολα αναφερόμαστε σε νέα χαρακτηριστικά τους, όπως η διακρατική δικτύωση και ο τεχνολογικός εξοπλισμός. Λιγότερο όμως συζητούμε το γεγονός ότι οι εγκληματικές ομάδες εμφανίζουν ήδη και τις κύριες μετανεοτερικές ιδιότητες: δεν είναι πια συμπαγείς οικογενειακά ή φυλετικά, ούτε αποτελούν προϊόντα μιας ευθύγραμμης ιστορικής εξέλιξης. Κατορθώνουν να συνυπάρχουν νυκτόβιοι μαφιόζοι, εξτρεμιστές του ακροδεξιού ή του αντιεξουσιαστικού χώρου, ντεσπεράντος των συνοικιών, προβοκάτορες και καλομαθημένα παιδιά, τα οποία ενηλικιώθηκαν χωρίς όρια στην επιθετικότητά τους. Ολοι αυτοί συνεργάζονται αρμονικά: ακόμη και το ξεκαθάρισμα λογαριασμών μοιάζει κάποτε με άσκηση συνοχής.
Αντίστοιχα, επικίνδυνος σήμερα θεωρείται ο καθένας και φυσιολογικά το στόχαστρο της ποινικής καταστολής αναβαθμίζεται σε πανεποπτικό εργαλείο ελέγχου. Ο όρος «πανεποπτικό σύστημα» δικαιολογείται, όχι επειδή οι σκοπιές των φυλακών επιτηρούν κάθε γωνιά εντός των τειχών, αλλά επειδή οι δορυφόροι και οι υπηρεσίες επισκοπούν κάθε σπιθαμή γης.
Εν τω μεταξύ, το σύστημα ποινική δικαιοσύνη - φυλακές, αφήνοντας λίγους μόνο να περνούν από τα φίλτρα των αποδείξεων ενοχής, γίνεται απρόσφορο για τον ευρύ έλεγχο. Το βάρος για τη διαχείριση των γενικευμένων κοινωνικών κρίσεων αποτίθεται στην Αστυνομία, την ταγμένη θεσμικά να ασχολείται με όλους.
Οχι απλώς παρενθετικά, αλλά εξηγώντας κάπως την ανάπτυξη των παραπάνω σκέψεων, οφείλω να μνημονεύσω τη διατριβή που κρατώ στα χέρια μου αυτές τις μέρες. Η είδηση της δολοφονίας του Σωκράτη Γκιόλια συνέπεσε, σε ό,τι με αφορά, με την ανάγνωση ενός υπό έκδοση βιβλίου (Αθ. Αντωνοπούλου, «Σύγχρονες τάσεις αντεγκληματικής πολιτικής: η πολιτική μηδενικής ανοχής και τα μέτρα διαχείρισης κρίσεων», Σάκκουλας Αθήνα/Θεσσαλονίκη 2010), που ερευνά ακριβώς τη νέα φυσιογνωμία του εγκλήματος και της αντεγκληματικής πολιτικής.
Το συγκεκριμένο βιβλίο αναφέρεται σε καταστάσεις που εκτυλίσσονται ή δρομολογούνται τώρα, ενώ εξετάζει το παρελθόν όχι σαν παρόν, αλλά ως ιστορική δυναμική. Παράλληλα, προσέχει τις διεθνείς και ιδιαίτερα τις υπερατλαντικές εξελίξεις, αφού εκεί διαμορφώνονται πλείστες νέες τάσεις, και τις συσχετίζει με τις εγχώριες συνθήκες και το κράτος δικαίου.
Ετσι συμβαίνει συνήθως: μια είδηση κωδικοποιείται και κατανοείται, όσο αυτό είναι εφικτό, συσχετιζόμενη με τη γνώση που σωρεύεται σε χρόνους και τόπους. Η Ιστορία δεν καθηλώθηκε στις δεκαετίες του '80 και του '90 ούτε έδωσε τη θέση της σε ένα άχρονο μετανεοτερικό συνονθύλευμα. Συνεχίζει με πρωτόγνωρη επιτάχυνση διαδρομές επίγειες και υπόγειες. Οι συγκεκριμένες καταστάσεις, από το έγκλημα ώς την κοινωνική αλληλεγγύη, διαδέχονται η μια την άλλη σαν τα τοπία που παρέρχονται στο βλέμμα του επιβάτη ενός αυτοκινήτου. Ευτυχώς, ο πιλότος δεν είναι αυτομάτος.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου